Διαζύγιο στη Γερμανία – στα Ελληνικά

Διαζύγιο στη Γερμανία – στα Ελληνικά

Διαζύγιο στη ΓερμανίαΣε όποιο σημείο της σκέψης ή του δρόμου και εάν βρίσκεστε, για να καταλήξατε εδώ θα τίθεται μάλλον το ερώτημα για διαζύγιο. Ακόλουθα θα βρείτε πληροφορίες και εξηγήσεις στις πιο συνηθέστερες ερωτήσεις και θέματα που προκύπτουν σε σχέση με ένα διαζύγιο στη Γερμανία από ελληνική σκοπιά ((τελευταία επεξεργασία 07/2019)).

Είμαι Έλληνας πολίτης. Μπορώ να βγάλω το διαζύγιό μου σε γερμανικό Δικαστήριο στη Γερμανία;

Στις περισσότερες περιπτώσεις που τίθεται αυτό το ερώτημα η απάντηση είναι: ναι.
Αλλά: όχι πάντα.

Ειδικότερα:
Η απάντηση για την αρμοδιότητα γερμανικών δικαστηρίων είναι θέμα της διεθνούς δικαιοδοσίας. Την ερώτηση για το διεθνές αρμόδιο δικαστήριο (ελληνικό ή γερμανικό;) σε υποθέσεις διαζυγίου προκύπτει από τον Κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 2201/2003 του Συμβουλίου της 27ης Νοεμβρίου 2003 για τη διεθνή δικαιοδοσία και την αναγνώριση και εκτέλεση αποφάσεων σε γαμικές διαφορές και διαφορές γονικής μέριμνας.

Σύμφωνα με αυτόν ένα από τα σημαντικότερα κριτήρια για τη δικαιοδοσία ενός εθνικού (εδώ: γερμανικού) Δικαστηρίου είναι η αποκαλούμενη συνήθης διαμονή. Εάν είστε Έλληνας υπήκοος, τα γερμανικά (οικογενειακά) Δικαστήρια είναι αρμόδια να δικάσουν την αίτηση διαζυγίου σας:

  • εάν η συνήθης διαμονή και των δύο συζύγων είναι στη Γερμανία,
    ή
  • εάν η τελευταία συνήθης διαμονή των συζύγων ήταν στη Γερμανία και εφόσον ένας εκ των συζύγων έχει ακόμα τη διαμονή του στη Γερμανία (Παράδειγμα: Ζούσατε και οι δύο στη Γερμανία, ο/η σύζυγός σας μετακόμισε στο εξωτερικό. Τόσο εσείς όσο και ο/η συζύγός σας μπορείτε να κάνετε αίτηση διαζυγίου στη Γερμανία),
    ή
  • εάν ο καθ΄ ου η αίτηση (ο εναγόμενος, αυτός κατά του οποίου ο/η σύζυγός του/της καταθέτει πρώτος την αίτηση) έχει τη συνήθη διαμονή του στη Γερμανία (Παράδειγμα: Συμβιώνατε μέχρι τέλους μαζί στην Ελλάδα, ποτέ στη Γερμανία. Δεν είχατε ποτέ και οι δύο τη συνήθη διαμονή σας στη Γερμανία. Ο/Η σύζυγός σας μετανάστευσε όμως προς τη Γερμανία και έχει πλέον εκεί τη συνήθη διαμονή του/της. Μπορείτε να καταθέσετε αίτηση διαζυγίου στη Γερμανία. Όχι ο/η σύζυγός σας, που μετανάστευσε στη Γερμανία, εκείνος θα έπρεπε να καταθέσει την αίτηση στην Ελλάδα, όπου ζείτε εσείς και ήταν η τελευταία συνήθη διαμονή των δυο σας),
    ή
  • εάν σε περίπτωση κοινής αιτήσεως η συνήθης διαμονή του ενός ή του άλλου των συζύγων είναι στη Γερμανία (εάν δεν υπήρξε ποτέ κοινή συνήθης διαμονή στη Γερμανία και εσείς που μένετε τώρα Γερμανία θέλετε να κάνετε αίτηση διαζυγίου εκεί, τότε αυτό είναι παραδεκτό εάν ο/η σύζυγος που δεν ζει στη Γερμανία συναινεί στην αίτηση διαζυγίου σας και κατατεθεί με αυτή την έννοια κοινή αίτηση ((για να γλυτώσουμε έξοδα και χρονοβόρες μεταφράσεις συμβουλεύουμε – εφόσον υπάρχει συναίνεση – να γίνει η αίτηση από τον σύζυγο που μένει Ελλάδα εκπροσωπούμενος από δικηγόρο στη Γερμανία. Έτσι ΔΕΝ είναι υποχρεωμένο το δικαστήριο να δώσει την αίτηση πρώτα για μετάφραση γιατί ΔΕΝ χρειάζεται επίδοση κάποιας αίτησης στην Ελλάδα αλλά μόνο στη Γερμανία.)) ),
    ή
  • εάν η συνήθης διαμονή του ενάγοντος είναι στη Γερμανία και είχε αυτή τη διαμονή επί τουλάχιστον ένα χρόνο αμέσως πριν από την έγερση της αγωγής (μετά από ένα χρόνο συνήθης διαμονής στη Γερμανία μπορείτε δηλαδή σε κάθε περίπτωση να κάνετε και αίτηση διαζυγίου στη Γερμανία),
    ή
  • εάν η συνήθης διαμονή του ενάγοντος είναι στη Γερμανία εάν είχε αυτή τη διαμονή επί τουλάχιστον έξι μήνες αμέσως πριν από την έγερση της αγωγής και εάν είναι και υπήκοος τις Γερμανίας (διπλή υπηκοότητα).

Ζω στην Ελλάδα. Ποιος ο λόγος να καταθέσω την αίτηση διαζυγίου στη Γερμανία;

Θα μπορούσαν να υπάρξουν πολλοί λόγοι για αυτό. Ένας από αυτούς είναι η δυνατότητα να πληρωθούν τα έξοδα της διαδικασίας του διαζυγίου από το γερμανικό Κράτος, εφόσον η οικονομική σας κατάσταση δεν είναι καλή. Υπάρχει η δυνατότητα να λάβετε νομική βοήθεια, έτσι ώστε να μην έχετε καθόλου έξοδα ή μόνο λίγα έξοδα.

Πέραν αυτού στο γερμανικό δικαστήριο υπάρχει η δυνατότητα εξισορρόπησης των συνταξιοδοτικών αξιώσεων των συζύγων μετά το διαζύγιο. Θεωρητικά μπορούν δηλαδή να μοιραστούν οι απαιτήσεις σύνταξης που αποκτήθηκαν στη διάρκεια του γάμου. Να πάρετε δηλαδή αργότερα ένα μέρος από τη σύνταξη του/της πρώην συζύγου σας. Το ελληνικό δίκαιο δεν παρέχει τέτοιο δικαίωμα και τα ελληνικά δικαστήρια δεν εφαρμόζουν εύκολα γερμανικό δίκαιο σε αυτό το σημείο.

Ποιο δίκαιο εφαρμόζεται στο διαζύγιο; Γερμανικό ή ελληνικό;

Εάν ένας ή και οι δυο των συζύγων δεν έχουν τη γερμανική υπηκοότητα και η αίτηση διαζυγίου γίνεται στη Γερμανία, τότε ισχύει για την ερώτηση για το εφαρμοστέο δίκαιο στη διαδικασία διαζυγίου (που είναι διαφορετική ερώτηση από την προηγουμένη σχετικά με τη διεθνή δικαιοδοσία..) ο Κανονισμός (ΕΕ) 1259/2010 (για τη θέσπιση ενισχυμένης συνεργασίας στον τομέα του δικαίου που είναι εφαρμοστέο στο διαζύγιο και τον δικαστικό χωρισμό).

Και εδώ η απάντηση κρίνεται  και πάλι βάση της συνήθους διαμονής:

Το διαζύγιο υπόκειται στο δίκαιο του κράτους:

  1. της συνήθους διαμονής των συζύγων κατά τον χρόνο υποβολής αγωγής στο δικαστήριο
    (εάν κατά το χρόνο της κατάθεσης της αγωγής διαζυγίου είχατε και οι δύο τη συνήθη διαμονή σας στη Γερμανία, τότε εφαρμόζεται γερμανικό δίκαιο)
    ή, ελλείψει αυτής
  2. της τελευταίας συνήθους διαμονής των συζύγων, υπό την προϋπόθεση ότι η διαμονή αυτή δεν έπαυσε να υφίσταται ένα έτος και πλέον πριν από την υποβολή αγωγής στο δικαστήριο και εφόσον ο ένας από τους συζύγους εξακολουθεί να διαμένει στο συγκεκριμένο κράτος κατά τον χρόνο υποβολής αγωγής στο δικαστήριο
    ή, ελλείψει αυτής
  3. της ιθαγένειας των δύο συζύγων κατά τον χρόνο υποβολής αγωγής στο δικαστήριο
    ή, ελλείψει αυτής
  4. του επιληφθέντος δικαστηρίου.

Τι κοστίζει ένα διαζύγιο στη Γερμανία; Τι έξοδα με περιμένουν;

Πρώτα πρώτα: ίσως και τίποτα, εάν δικαιούστε νομική βοήθεια από το (γερμανικό) κράτος ((μπορεί να δικαιούστε και εάν μένετε Ελλάδα.)).

Γενικά ισχύει: Δεν υπάρχει πάγια ταρίφα και οι λεπτομέρειες δεν είναι εύκολες.

Τα έξοδα ενός διαζυγίου σε γενικές γραμμές προσδιορίζονται κατά περίπτωση.

Πιο νομικά: Τα έξοδα καθορίζονται από

  • τη λεγόμενη αξία της υπόθεσης («αξία του αντικειμένου της διαφοράς»),
  • των εμπλεκομένων θεμάτων και
  • την πορεία της δίκης.

Η αξία της υπόθεσης είναι ένα θεωρητικό ποσό, το οποίο υπολογίζεται από τα δικαστήρια και τους δικηγόρους βάση νόμου μόνο για το σκοπό του προσδιορισμού των νόμιμων δικαστικών εξόδων και αμοιβών. Σαν ποσό αυτή η αξία της υπόθεσης δεν πληρώνεται ποτέ από κανέναν σε κανέναν. Είναι μόνο ένα βοήθημα. Σε περίπτωση διαζυγίου ο νόμος προσδιορίζει ότι η αξία της υπόθεσης καθορίζεται καταρχάς από το τριπλάσιο καθαρό εισόδημα των συζύγων. Ανάλογα με την περίπτωση μπορεί να αυξηθεί εάν υπάρχει περιουσία, η οποία υπερβαίνει τη μη υπολογίσιμη ελεύθερη βάση. Μπορεί και να μειωθεί, π.χ. για κάθε παιδί μειώνεται κατα 250,- € το καθαρό μηνιαίο οικογενειακό εισόδημα.
Πρακτικά σε ένα απλό παράδειγμα:
Οι σύζυγοι δεν έχουν παιδιά και έχουν στη διάθεση τους ένα καθαρό μηνιαίο οικογενειακό εισόδημα των 3.000,- €. Επιπλέον δεν υπάρχει περιουσία (ακίνητα, χρήματα κλπ.) που θα υπέρβαινε τα σε αυτά τα πλαίσια υπάρχοντα όρια ελεύθερης περιουσίας. Εξισορρόπηση των συνταξιοδοτικών αξιώσεων των συζύγων δεν έχει αιτηθεί / δεν θα γίνει.

Σε αυτήν την περίπτωση η αξία της υπόθεσης θα ήταν κατά κανόνα 3 * 3.000,- € = 9.000,- €.

Με βάση αυτήν την αξία της υπόθεσης υπολογίζονται τα έξοδα. Τόσο τα δικαστικά έξοδα (τα τέλη που θέλει το δικαστήριο εκ των προτέρων για να δεχτεί την αίτηση διαζυγίου) όσο και τα δικηγορικά έξοδα (η αμοιβή που θέλει και πρέπει να πάρει ο δικηγόρος για την παροχή υπηρεσιών του ((σε δικαστικές διαδικασίες οι κατώτερες νόμιμες αμοιβές είναι υποχρεωτικές. Μια «καλύτερη τιμή» είναι ρητά παράνομη και μπορεί να έχει σοβαρές πειθαρχικές επιπτώσεις για τον κάθε δικηγόρο.)).

Με την άνω αναφερόμενη αξία της υπόθεσης των 9.000,- € τα έξοδα θα ήταν συγκεκριμένα:
Δικαστικά τέλη: 444,- €  ((τα δικαστικά έξοδα υπολογίζονται βάση του Νόμου περί των Δικαστικών Εξόδων, του λεγόμενου Gerichtskostengesetz (επίσημη συντομογραφία στα γερμανικά: GKG) )).
Η αμοιβή δικηγόρου (για έναν δικηγόρο) θα ανερχόταν στα 1.532,13 €  ((οι αμοιβές των δικηγόρων καθορίζονται βάση του νόμου περί αμοιβής δικηγόρων, του Rechtsanwaltsvergütungsgesetz (επίσημη συντομογραφία στα γερμανικά: RVG). )).
Σε περίπτωση που τίθεται και θέμα εξισορρόπησης των συνταξιοδοτικών αξιώσεων, λαμβάνεται ως βάση το ποσό των τουλάχιστον 1000,- € ως αξία του αντικειμένου της διαφοράς, οπότε στην ίδια περίπτωση θα ήταν μια αξία της υπόθεσης των 10.000,- €
με δικαστικά έξοδα 482,- € και
δικηγορική αμοιβή (ανά δικηγόρο) 1.683,85 EUR.

Εάν οι σύζυγοι έχουν παιδιά, μειώνεται η αξία της υπόθεσης. Με δυο παιδιά και ένα καθαρό μηνιαίο εισόδημα των 2.600,- € της γυναίκας και 2.200,- € του άντρα και εάν το διαζύγιο συμπεριλαμβάνει και εξισορρόπηση των συνταξιοδοτικών αξιώσεων των συζύγων προκύπτει η εξής αξία της υποθέσης:
3 * (2.600,- € + 2.200,- € – 2 x 250,- €) = 12.900,- €.
Επιπλέον προσαυξάνεται και η αξία της εξισορρόπησης των συνταξιοδοτικών αξιώσεων με τουλάχιστον 1.000,- €, μαζί δηλαδή 13.900,- αξία της υπόθεσης, εάν το διαζύγιο δεν συμπεριλαμβάνει και άλλα θέματα (π.χ. οικοσκευή, διατροφή, δικαίωμα σπιτιού, συμμετοχή στα αποκτήματα κ.α.). Στην άνω περίπτωση τα προβλεπόμενα έξοδα θα υπολογιζόταν με
Δικαστικά έξοδα: 586,- €
Δικηγορικά έξοδα (ανά δικηγόρο): 1.957,55 €.

Εάν οι σύζυγοι διαθέτουν υψηλό εισόδημα και περιουσία, τα έξοδα για το διαζύγιο μπορεί να είναι σημαντικά υψηλότερα:

Εάν οι σύζυγοι διαθέτουν π.χ. ένα ακίνητο στο Μόναχο αξίας 800.000,- € και μηνιαίο καθαρό εισόδημα της τάξεως των 3.000,- € και 4.000,- € αντίστοιχα, θα πρέπει να υπολογιστεί και η περιουσία στον προσδιορισμό της αξίας της υπόθεσης. Σε αυτό το σημείο ο νόμος δεν μας δίνει συγκεκριμένους αριθμούς. Το κατά πόσο μετράει η περιουσία, το κρίνουν τα δικαστήρια κάθε διοικητικής περιοχής λίγο διαφορετικά. Συνηθίζεται να δίνεται σε κάθε διάδικο απαλλαγή ποσού 60.000,- €, ώστε μετά την αφαίρεση όλων των χρεών και υπολογίζοντας τις απαλλαγές να λαμβάνεται υπόψη ένα 5% από την υπόλοιπη περιουσία για την αξία της υπόθεσης.
Η αξία της υπόθεσης θα υπολογιστεί επομένως στο παράδειγμα με
[3*(3.000,- € + 4.000,- €) + (800.0000,- € – (2*60.000)]*5%
= 55.000,- €.
Με την έτσι προκύπτουσα αξία της υπόθεσης στα 55.000,- € τα προβλεπόμενα έξοδα ανέρχονται σε
Δικαστικά έξοδα: 1.332,- €.
Δικηγορικά έξοδα (για έναν δικηγόρο): 3.736,60 €.

Όπως ανέφερα αρχικά, υπάρχει υπό τις σχετικές προϋποθέσεις και η δυνατότητα να αναλάβει το κράτος όλα τα έξοδα διαζυγίου, εάν υπάρχει αξίωση για παροχή νομικής βοήθειας.

Ποιος πρέπει να πληρώσει τα έξοδα;

Κατά κανόνα ο κάθε σύζυγος πρέπει να πληρώσει το δικηγόρο του, τα δικαστικά τέλη συνήθως μοιράζονται σε ίσα μερίδια μεταξύ των διαδίκων.

Διαζύγιο χωρίς δικηγόρο – γίνεται αυτό;

Κάθε τόσο συναντάει κανείς αυτό το ερώτημα. Ίσως γιατί κάποιο συνάδελφοι χρησιμοποιούν στο διαδίκτυο εκφράσεις όπως «διαζύγιο-online» ή «διαζύγιο- internet». Διαβάζοντας τέτοια εύκολα πιστεύει κανείς ότι όλα μπορούν να γίνουν με μερικά κλίκ. Επίσης θα μπορούσε να πιστέψει κανείς και ότι ένα «συναινετικό διαζύγιο» θα μπορούσε να γίνει και χωρίς δικηγόρο… οχι. Όλα αυτά ΔΕΝ ισχύουν. Χωρίς δικηγόρο δεν έχει διαζύγιο. Στη Γερμανία η σύμπραξη δικηγόρου στο διαζύγιο είναι υποχρεωτική. Η αίτηση διαζυγίου πρέπει να τεθεί από δικηγόρο στο δικαστήριο ((§ 114 FamFG)).
Υπάρχει όμως μια κάπως συμβιβαστική δυνατότητα:

Διαζύγιο με μόνο έναν δικηγόρο – γίνεται;

Σύντομα: ναι, είναι δυνατόν. Ειδικά σε περίπτωση συναινετικού διαζυγίου.

Συναινετικό διαζύγιο – τι είναι αυτό;

Βάση γερμανικού δικαίου υπάρχει η δυνατότητα συναινετικού διαζυγίου εάν

  • οι σύζυγοι θέλουν και οι δυο το διαζύγιο ((Αυτή η κοινή βούληση δηλώνεται στην αίτηση διαζυγίου, ο/η δικαστής θα θέσει τη σχετική ερώτηση και στους δυο συμμετέχοντες διαδίκους, οι οποίοι πρέπει και οι δυο να επαναλάβουν αυτή την βούληση προφορικά ενώπιον το δικαστήριο με την έννοια «ναι, συναινώ να λυθεί ο γάμος μου με διαζύγιο».)) .
    και εάν
  • υπάρχει συμφωνία για τα υπόλοιπα θέματα που ακολουθούνε ένα διαζύγιο, δηλαδή τα υπόλοιπα θέματα που θεωρητικά θα μπορούσαν να διεκδικηθούν δικαστικά (επιμέλεια των παιδιών, διατροφή για παιδιά, διατροφή των συζύγων μεταξύ τους, ρύθμιση για την μελλοντική χρήση της μέχρι τώρα οικογενειακής στέγης κλπ.) ((πρέπει να υπάρχει συναίνεση σε όλα αυτά. Εδω αρκεί ήδη εάν δηλώνουν οι σύζυγοι προφορικά ενώπιον του δικαστηρίου ότι δεν υπάρχει καμία διαφορά μεταξύ τους όσον αφορά αυτά τα θέματα. Μια λεπτομερέστερη συμφωνία ή και μια γραπτή συμφωνία δεν χρειάζεται να αποδειχτεί στο δικαστήριο. ))
    και
  • εφόσον οι σύζυγοι ζουν χωριστά επί τουλάχιστο ένα έτος ((ο «χωρισμός» υπό την έννοια της μονοετούς διάστασης δεν απαιτεί απαραίτητα και τον τοπικό χωρισμό. Μπορεί δηλαδή οι σύζυγοι να είναι σε διάσταση και να εξακολουθούν να μένουν στο ίδιο σπίτι. Σε πολλές περιπτώσεις για οικονομικούς και πρακτικούς λόγους δεν είναι δυνατόν να φύγει ο ένας σύζυγος από την κοινή οικία και να νοικιάσει δικό του διαμέρισμα. Παρόλα αυτά μπορεί να υπάρχει διάσταση παρόλο που οι σύζυγοι εξακολουθούν να συμβιούν κάτω από την ίδια στέγη: Εφόσον δεν υπάρχει πλέον κοινό νοικοκυριό και δεν υπάρχει πλέον κοινή συζυγική ζωή. Εν συντομία: χωρισμός «από τραπέζης και κλίνης». Εφόσον δηλαδή μένοντας στο ίδιο σπίτι, οι σύζυγοι δεν κοιμούνται μαζί σε ένα κρεββάτι, δεν μαγειρεύουν ο ένας για τον άλλον, δεν ψωνίζουν ο ένας για τον άλλον και δεν κάνουν τίποτε από κοινού. Αυτό συχνά δηλώνεται με αυτόν τον τρόπο από τους συζύγους ενώπιον του δικαστηρίου. Στην πράξη το δικαστήριο δεν ζητάει παραπάνω αποδείξεις για αυτό. Στο σημείο αυτό υπάρχει όμως ένα μικρό ρίσκο: Αν ένας από τους δύο συζύγους αλλάξει γνώμη μέχρι την προφορική διαδικασία στο δικαστήριο και δηλώσει εκεί ότι δεν υπάρχει χωρισμός «από τραπέζης και κλίνης», τότε σε αυτό το σημείο λήγει η διαδικασία του διαζυγίου, διότι αυτά τα πράγματα σχεδόν δεν αποδεικνύονται. Επομένως πρέπει να υπάρχει πραγματική συναίνεση για να ακολουθηθεί αυτή η διαδικασία.)).

Τι πλεονεκτήματα έχει το συναινετικό διαζύγιο;

Το συναινετικό διαζύγιο έχει καταρχήν δύο βασικά πλεονεκτήματα: Η διαδικασία του διαζυγίου μπορεί να κινηθεί άμεσα (εφόσον βέβαια υπάρχει ο παραπάνω χωρισμός επί ένα χρόνο) και μπορεί να στοιχίζει λιγότερο, αφού υπάρχει η δυνατότητα να προκύπτουν έξοδα μόνο για έναν δικηγόρο αντί για δυο Τα δικηγορικά έξοδα που περιγράφηκαν πιο πάνω είναι διπλά, εφόσον κάθε σύζυγος έχει το δικό του δικηγόρο. Στην περίπτωση του συναινετικού διαζυγίου υπάρχει η δυνατότητα, εφόσον οι σύζυγο συμφωνήσουν, να μοιραστούν τα έξοδα. Αυτό ισχύει τόσο για τα δικαστικά έξοδα, όσο και για τη δικηγορική αμοιβή. Εφόσον εκ των προτέρων υπάρχει τέτοια συμφωνία, τότε στο παραπάνω παράδειγμα τα έξοδα θα ήταν αντί για 4.402,60 € για κάθε έναν από τους συζύγους (επί ανάθεσης εντολής σε δύο δικηγόρους και δικαστικά έξοδα διά του 2) πλέον μόνο 2.534,30 € για τον κάθε έναν από τους συζύγους (1 δικηγόρος και δικαστικά έξοδα διά του 2).